- concept
- Ελληνικά
-
-
Αυτός που ασχολείται με τη σύνταξη ενός λεξικού.
⟶ Βικιλιξικό
-
Λεξικογράφος
Lexicographer (english)
Persons related business
Λεξικογράφος - Identifier: 5583
Internal display of the 5583 entity interconnections (Node labels correspond to identifiers)