- Person
- Φεραίος [Άλλο όνομα]
- male
- 33. Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας
- Πρόσωπα ψηφιακής βιβλιοθήκης
- 1757
- Βελεστίνο Μαγνησίας
- 24 June 1798
- Belgrade
- Βελεστίνο Μαγνησίας | Istanbul | Vienna
- Greek
- Ελληνικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Γερμανικά
-
- au.28359 ⟶ nlg
-
- Q319684 ⟶ wikidata
-
- 17373619 ⟶ viaf
- Όχι
-
-
Όνομα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το βαπτιστικό του ήταν Ρήγας και ως επώνυμο χρησιμοποιούσε το όνομα της γενέτειράς του, κατά τη συνήθεια των λογίων της εποχής του. Ο ίδιος υπέγραφε ως «Ρήγας Βελεστινλής» και ουδέποτε ως «Φεραίος», κάτι που είναι δημιούργημα μεταγενέστερων λογίων.[7]
Το θεωρούμενο μέχρι πρόσφατα ως πραγματικό του όνομα Αντώνιος Κυριαζής έχει διαγραφεί ως ανιστόρητο από τα βιβλία Ιστορίας της ΣΤ' Δημοτικού.
Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Γεννήθηκε στο Βελεστίνο, τις αρχαίες Φερές, το 1757. Από τη νεανική του ζωή τα μόνα γνωστά είναι αυτά που ο ίδιος αναγράφει στην Επιπεδογραφία της Φεράς νυν λεγομένης Βελεστίνος«Χάρτας της Ελλάδος», που είναι και ένας ύμνος στη γενέτειρά του. Το όνομα του πατέρα του ήταν «Κυρίτζης», όπως φαίνεται στο αυτόγραφο του Ρήγα σε βιβλίο αρχαίοι γεωγράφοι του 1571, που είναι στην Εθνική Βιβλιοθήκη Ελλάδος, συνηθισμένο όνομα στην περιοχή του Βελεστίνου, που διατηρείται μέχρι σήμερα, γι' αυτό και θεωρούνται ανακριβή τα αναγραφόμενα πως ο πατέρας του ονομαζόταν Γεώργιος Κυρατζής ή Κυριαζής[8][9][10]. Σύμφωνα με τη συστηματική μελέτη «Όνομα και καταγωγή του Ρήγα Βελεστινλή» θεωρήθηκε ότι είναι ντόπιος, γηγενής και δεν είχε βλάχικη καταγωγή.[Σημ. 1] Η μητέρα του ονομαζόταν Μαρία και είχε ένα αδελφό με το όνομα Κώστας. Η ύπαρξη αδελφής του αμφισβητείται διότι δεν υπάρχουν σχετικά έγγραφα. Η ύπαρξη του αδελφού του επιβεβαιώνεται και από τον Φραγκίσκο Πουκεβίλ που αναφέρει πως είχε και ένα αδελφό, τον Κωστή, ο οποίος μάλιστα συμμετείχε στην επανάσταση του 1821. Η οικογένεια του υπήρξε από τα θύματα της τουρκικής μανίας. Από αυτούς διασώθηκαν μόνο η μητέρα του με τον αδερφό του και μεταφέρθηκαν στη Βλαχία, όπου συντηρούνταν από τον Ρήγα.
Νεανικά χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Τα νεανικά χρόνια του Ρήγα Βελεστινλή είναι βυθισμένα στην αχλύ του θρύλου και είναι δύσκολο να ανιχνευθούν τα πραγματικά γεγονότα, όπως και ένα μεγάλο μέρος από τις δραστηριότητές του αργότερα. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι τα άτομα με τα οποία συνεργαζόταν συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν, αλλά και οι περισσότερες από τις προκηρύξεις του καταστράφηκαν. Αργότερα η ανάγκη δημιουργίας εθνικών ηρώων του υπόδουλου έθνους, σε συνδυασμό με την έλλειψη σχετικής ιστοριογραφίας γέννησε πολλούς θρύλους περί του προσώπου του. Τις βασικότερες πληροφορίες για τον ίδιο και την οικογένειά του παρέχει ο Χριστόφορος Περραιβός, που υπήρξε συνεργάτης και συναγωνιστής του.
Σύμφωνα με τον Χριστόφορο Περραιβό, ο Ρήγας Βελεστινλής λέγεται ότι διδάχθηκε τα πρώτα του γράμματα από ιερέα στο Βελεστίνο και κατόπιν στη Ζαγορά. Καθώς διψούσε για μάθηση, ο πατέρας του τον έστειλε στα Αμπελάκια για περαιτέρω μόρφωση. Όταν επέστρεψε, έγινε δάσκαλος στην κοινότητα Κισσού Πηλίου. Στην ηλικία των είκοσι ετών σκότωσε στο Βελεστίνο έναν Τούρκο πρόκριτο, επειδή του είχε συμπεριφερθεί δεσποτικά, και κατέφυγε στο Λιτόχωρο του Ολύμπου, όπου κατατάχθηκε στο σώμα των αρματολών του θείου του, Σπύρου Ζήρα. Αργότερα βρίσκεται στο Άγιο Όρος, φιλοξενούμενος του ηγουμένου της μονής Βατοπεδίου, Κοσμά με τον οποίο και ανέπτυξε στενή φιλία. Στην ίδια μονή συνδέθηκε φιλικά με τον συμπατριώτη του μοναχό Νικόδημο (Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη), ο οποίος του είχε παραχωρήσει τα κλειδιά της βιβλιοθήκης της φημισμένης Αθωνιάδας Σχολής για να εμπλουτίσει τις γνώσεις του.
Επαναστατική δράση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Στο Άγιο Όρος έμεινε πολύ λίγο. Ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη, μετά από πρόσκληση του Πρέσβη της Ρωσίας για σπουδές, στην οικία του οποίου γνώρισε τον Πρίγκιπα Αλέξανδρο Υψηλάντη (1726-1806), μέγα διερμηνέα του Σουλτάνου και παππού του μετέπειτα αρχηγού της Φιλικής Εταιρίας, Αλέξανδρου Υψηλάντη (1792-1828). Στην Πόλη διεύρυνε τις σπουδές του στη Γαλλική, στην Ιταλική και τη Γερμανική γλώσσα. Όταν ο Υψηλάντης έφυγε για το Ιάσιο, προκειμένου να γίνει ηγεμόνας της Μολδαβίας, ο Ρήγας τον ακολούθησε. Διαφωνώντας με τον Υψηλάντη έγινε γραμματέας του ηγεμόνα της Βλαχίας Νικόλαου Μαυρογένη, αδερφό του παππού της Μαντώς Μαυρογένους και ταξίδεψε στο Βουκουρέστι έδρα της ηγεμονίας, όντας πλέον 30 χρόνων. Μετά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο και την ήττα της Τουρκίας (1790) ο Μαυρογένης αποκεφαλίστηκε ως υπαίτιος της ήττας και ο Ρήγας κατέφυγε στη Βιέννη, την οποία έκανε έδρα της επαναστατικής δράσης του.[11] Στη Βιέννη ταξίδεψε μαζί με τον Αυστριακό βαρώνο Ελληνικής καταγωγής Χριστόδουλο Λάνγκενφελτ-Κιρλιανό, ο οποίος τον έφερε σε επαφή με άλλους ομογενείς.
Στη Βιέννη συνεργάτες του ήταν κυρίως Έλληνες έμποροι ή σπουδαστές, αλλά οι σημαντικότεροι από αυτούς ήταν οι αδελφοί Πούλιου, από τη Σιάτιστα της Μακεδονίας, τυπογράφοι. Στο τυπογραφείο τους τύπωσε τον Θούριο και τη Χάρτα που φιλοτεχνήθηκε από τον Αυστριακό λιθογράφο Φρανσουά Μίλλερ, την επαναστατική του προκήρυξη σε χιλιάδες αντίτυπα, προκειμένου να μοιραστούν στους Έλληνες των υπόλοιπων φιλελεύθερων περιοχών των Βαλκανίων, το Σχολείον των ντελικάτων Εραστών, το Φυσικής απάνθισμα, το Ηθικός Τρίπους, Το Σύνταγμα της Ελληνικής Δημοκρατίας, Τα Δίκαια του ανθρώπου, καθώς και τον 1ο τόμο του Νέου Αναχάρσιδος. Ο Ρήγας απέβλεπε στην απελευθέρωση και ενοποίηση όλων των Βαλκανικών λαών και φυσικά όλου του ελληνικού στοιχείου που ήταν διασκορπισμένο στην Ανατολή και τα ευρωπαϊκά κέντρα.
Χάρτα της Ελλάδος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Επηρεασμένος από τον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, πίστεψε βαθιά στην ανάγκη της επαφής των Ελλήνων με τις νέες ιδέες που σάρωναν την Ευρώπη και αυτό τον ώθησε στη συγγραφή ή μετάφραση βιβλίων σε δημώδη γλώσσα και τη σύνταξη της «Χάρτας», ενός μνημειώδους για την εποχή του χάρτη, διαστάσεων 2,07 x 2,07 μ, που αποτελείτο από επί μέρους τμήματα. Δύο έτη αργότερα, ο Άνθιμος Γαζής επιμελήθηκε μια νέα έκδοση της Χάρτας, μικρότερων διαστάσεων (1,04 x 1,02 μ), με τον τίτλο Πίναξ Γεωγραφικός της Ελλάδος, χωρίς όμως να αναφέρει το όνομα του Ρήγα για να αποφύγει την αυστροουγγρική λογοκρισία.
Άλλες δραστηριότητες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Παράλληλα με τις εκδοτικές του δραστηριότητες, ο Ρήγας προετοίμαζε και την αναχώρησή του από την Αυστρία, κυρίως εξαιτίας του επαναστατικού κλίματος που είχε καλλιεργήσει η Γαλλική Επανάσταση και της διάθεσής του να ενισχύσει τις προσπάθειες τού Ναπολέοντα Α΄. Το 1792 η υπογραφή της Ρωσοτουρκικής συνθήκης ειρήνης στο Ιάσιο οδήγησε τις ελπίδες του Ρήγα για απελευθέρωση των Ελλήνων στη Γαλλία και στον Βοναπάρτη. Οι πληροφορίες για τη μυστική επαναστατική δράση του Ρήγα είναι ασαφείς και προέρχονται κυρίως από μαρτυρίες βιογράφων και πληροφορίες τις οποίες απέσπασε η ανάκριση των Αυστριακών αρχών μετά τη σύλληψη του Ρήγα και των συντρόφων του. Το συμπέρασμα ούτως ή άλλως είναι ότι δεν υπήρχε οργανωμένος επαναστατικός συνωμοτικός πυρήνας αλλά διάσπαρτες επαφές με ομοεθνείς, τους οποίους διέγειρε ο επαναστατικός ενθουσιασμός του Ρήγα.
Το πιθανότερο και επικρατέστερο σενάριο που επικρατεί μέχρι σήμερα για τη σύλληψη του Ρήγα έχει σχέση με τη τελευταία φάση προετοιμασίας του που συνδέεται με δύο επαναστατικές προκηρύξεις, το Επαναστατικό Μανιφέστο και την Προκήρυξη, που τυπώθηκαν σε μεγάλο αριθμό αντιτύπων. Οι δύο προκηρύξεις στάλθηκαν στον Αντώνη Νιώτη στην Τεργέστη, για να τις παραλάβει ο Ρήγας μαζί με τον αφοσιωμένο του φίλο Χριστόφορο Περραιβό και να τις προωθήσει στην Ελλάδα.[12] Η επιστολή όμως, με την οποία ενημέρωνε ο Ρήγας για την αποστολή των εντύπων του, έπεσε στα χέρια του Δημητρίου Οικονόμου, εμπορικού συνεργάτη ή προϊστάμενου του Αντωνίου Κορωνιού (λόγω απουσίας του τελευταίου), προς τον οποίο απευθυνόταν η επιστολή.[13] Ο Οικονόμου, παρότι και αυτός ήταν μέλος της οργάνωσης (ο Κορδάτος έχει την άποψη ότι είχε παρεισφρύσει σε αυτήν ως πράκτορας του Πατριαρχείου) πρόδωσε από δολιότητα ή φόβο το επαναστατικό σχέδιο του Ρήγα, καταδίδοντας τα πάντα στην αυστριακή αστυνομία και συγκεκριμένα στον νομάρχη, βαρώνο Πιττόνι, διοικητή της αστυνομίας στη Τεργέστη, ζητώντας επιπλέον, προστασία από αυτόν.[14] Ο Πιττόνι με τη σειρά του ενημέρωσε το κυβερνήτη της πόλης Κόντε Πομπήιο Μπριγκίντο κι αυτός τον διέταξε να συλλάβει τους συνωμότες.
Το τέλος του Ρήγα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Ρήγας συνελήφθη στην Τεργέστη, σε ξενοδοχείο που είχε καταλύσει μαζί με τον Περραιβό από έναν Αυστριακό αξιωματικό στις 19 Δεκεμβρίου του 1797. Σκόπευε την ίδια εκείνη ημέρα να επισκεφθεί τον Γάλλο πρόξενο της πόλης Μπρεσέ, από τον οποίο θα ζητούσε προστασία, αλλά δεν πρόλαβε. Ακολούθως, ο Ρήγας υποβλήθηκε σε ανάκριση που διήρκεσε περίπου ένα 10ήμερο, με την ολοκλήρωση δε της οποίας θα οδηγούνταν σιδηροδέσμιος στη Βιέννη, κατόπιν εντολής του αστυνομικού διοικητή της.
Τη νύχτα όμως της 30-31 Δεκεμβρίου 1797, ο Βελεστινλής, συνειδητοποιώντας τη δυσχερή κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει ο ίδιος, αλλά και το αδιέξοδο των επαναστατικών του σχεδιασμών, ίσως γιατί φοβήθηκε μήπως δεν αντέξει στα βασανιστήρια -που γνώριζε ότι θα υποβληθεί- και για να μην προδώσει τους συνεργάτες του, είτε από απελπισία για τη λιποψυχία του Περραιβού (όπως υποστηρίζει ο Κορδάτος) επιχείρησε να αυτοκτονήσει με ένα μικρό μαχαιρίδιο, καταφέρνοντας ένα πλήγμα στο υπογάστριό του, αλλά απέτυχε. Τραυματισμένος αρκετά σοβαρά όπως ήταν, οδηγήθηκε σε νοσοκομείο όπου παρέμεινε έως τις αρχές του Φεβρουαρίου του 1798. Κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του στην Τεργέστη φαίνεται ότι, υπό την ανοχή των φυλάκων του, κατόρθωσε να ειδοποιήσει με επιστολή το Γάλλο πρόξενο ζητώντας την επέμβασή του για να αφεθεί ελεύθερος, όμως εκείνος καθυστέρησε αρκετά να ενεργήσει, αφού θεώρησε σκόπιμο να πληροφορήσει πρώτα τους ανωτέρους του και να ζητήσει τη σχετική άδεια.
Μόλις μαθεύτηκε η σύλληψη του Ρήγα πολλοί έκαναν έκκληση, στο σουλτάνο Σελίμ Γ΄, για την απελευθέρωση του.[15] Ωστόσο, οι εχθροί του Βελεστινλή έπεισαν το Σουλτάνο πως έπρεπε να θανατωθεί χωρίς διαδικασία, πριν οι επαναστατικές ενέργειές του οδηγήσουν σε εξέγερση στα Βαλκάνια. Σύμφωνα με τον Κορδάτο, οι εχθροί αυτοί του Ρήγα, οι οποίοι με αυτό τον τρόπο τον εκδικήθηκαν για την επαπειλούμενη ανατροπή της κρατούσας κατάστασης, που πιθανότατα θα προέκυπτε εάν υλοποιούνταν οι επαναστατικές του προετοιμασίες, ήταν τόσο ο τότε οικουμενικός πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ όσο και οι Φαναριώτες της Πόλης, με πρώτο το διερμηνέα της Πύλης Κ. Υψηλάντη [16]
Ο ηγεμόνας του Βιδινίου, Οσμάν Πασβάνογλου, που ήταν φίλος του Ρήγα προσπάθησε να πετύχει την απελευθέρωσή του αλλά μάταια.[17] Την εκδοχή αυτή ενισχύει και η μαρτυρία κάποιου Ναούμ Αχριδηνού, επαγγέλματος διφθερουργού, ο οποίος διηγείτο ότι «Μίαν πρωΐαν ήκουσεν ότι ερρίφθησαν από του φρουρίου εις το Καλέμεγδα εξ ακέφαλα πτώματα, του Ρήγα και των περί αυτών, αλλά πόσον χρόνον έμειναν ούτως ερριμμένα και εάν κατόπιν ετάφησαν ή άλλως τι απέγιναν, ουδ' αυτός εγίνωσκε να είπη τι...»[18]
Κατόπιν οδηγήθηκε στη Βιέννη, στις 14 Φεβρουαρίου 1798, όπου ανακρίθηκε μαζί με τους υπόλοιπους συντρόφους του. Το κτήριο της αστυνομίας όπου κρατήθηκε ήταν ένα παλιό γυναικείο μοναστήρι του τάγματος των Καρμελιτών. Είχε ιδρυθεί από την αυτοκράτειρα Ελεωνόρα το 1624. Το 1782 καταργήθηκε η μονή από τον αυτοκράτορα Ιωσήφ Β΄ για να στεγασθεί η κεντρική αστυνομία της Βιέννης το έτος 1783 μέχρι τον Οκτώβριο του 1882. Τα κρατητήρια των πολιτικών κρατουμένων, όπως ήταν ο Ρήγας, βρίσκονταν στο πρώτο και δεύτερο υπόγειο, χώροι άλλοτε σωφρονισμού των καλογραιών.[19] Μετά το πέρας των ανακρίσεων, και αφού υπήρξαν συνεννοήσεις με τον Σουλτάνο, απελάθηκαν στην Αυστροουγγαρία όσοι από τους συλληφθέντες ήταν Αυστριακοί υπήκοοι ή υπήκοοι άλλων χωρών εκτός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, για να δικαστούν από τις Αυστριακές αρχές. Αντίθετα όσοι ήταν Οθωμανοί υπήκοοι απελάθηκαν στην Οθωμανική επικράτεια για να υποστούν τις κυρώσεις του Σουλτάνου.
Ο Ρήγας (41 χρονών) και οι επτά σύντροφοί του που ανήκαν στην ίδια κατηγορία, ο Ευστράτιος Αργέντης (31 χρονών, έμπορος από τη Χίο), ο Δημήτριος Νικολίδης (32 χρονών, γιατρός από τα Ιωάννινα), ο Αντώνιος Κορωνιός (27 χρονών, έμπορος και λόγιος από τη Χίο), ο Ιωάννης Καρατζάς (31 χρονών, λόγιος από τη Λευκωσία της Κύπρου), ο Θεοχάρης Γεωργίου Τουρούντζιας (22 χρονών, έμπορος από τη Σιάτιστα), ο Ιωάννης Εμμανουήλ (24 χρονών, φοιτητής της ιατρικής από τη Καστοριά) και ο Παναγιώτης Εμμανουήλ (22 χρονών, αδερφός του προηγούμενου και υπάλληλος του Αργέντη), με συνοδεία των αυστριακών αρχών (έπειτα από κοπιαστικό ταξίδι μίας εβδομάδας μέσω Σεμλίνου και μετά με ποταμόπλοιο) παραδόθηκαν στις 10 Μαΐου 1798 στους Τούρκους του Βελιγραδίου και φυλακίστηκαν στον Πύργο Νεμπόισα (Небојша), παραποτάμιο φρούριο του Βελιγραδίου. Εκεί, ύστερα από συνεχή βασανιστήρια, στις 24 Ιουνίου του 1798, στραγγαλίστηκαν και τα σώματά τους ρίχτηκαν στον Δούναβη, σύμφωνα με τα επίσημα Αυστριακά έγγραφα (έκθεση Λεγκράν - Λαμπρού, σελ. 167).[20] Οι Οθωμανικές Αρχές, όπως υποστηρίζεται, διέδωσαν ψευδώς ότι οι οκτώ έγκλειστοι είχαν δραπετεύσει, ενώ προς επίρρωσιν του ισχυρισμού τους εξαπέλυσαν εικονικές έρευνες για την ανεύρεσή τους και τελικά δηλώθηκε ότι οι δραπέτες είχαν πνιγεί στον ποταμό.[21] Είχε προηγηθεί αλληλογραφία με την Υψηλή Πύλη δια της οποίας δόθηκε από το Σουλτάνο η εντολή της δολοφονίας τους χωρίς δίκη.
Εικάζεται ότι αιτία για τη θανάτωσή τους υπήρξε η πεποίθηση των Αυστριακών και Τουρκικών Αρχών πως ο Ρήγας και οι σύντροφοί του είχαν στενές σχέσεις με τον Ναπολέοντα Α΄, θεωρούμενοι έτσι ως άκρως επικίνδυνοι. Οι διαδόσεις περί διαφυγής των εγκλείστων, τις οποίες «κατεσκεύασε» ο καϊμακάμης, είχαν σκοπό να παραπλανήσουν τις κυβερνήσεις της Ευρώπης, προς τις οποίες η Οθωμανική Αρχή της Πόλης είχε παράσχει διαβεβαιώσεις ότι δε θα σκότωνε τους οκτώ Έλληνες φυλακισμένους χωρίς ανάκριση. Πέρα από αυτό, η Οθωμανική κυβέρνηση ανησυχούσε για τις διασυνδέσεις του Ρήγα με τον Πασβάνογλου, φοβούμενη ακόμη και επίθεση του τελευταίου κατά του Βελιγραδίου, ενώ επιπλέον, δίσταζε να διατάξει τη μεταφορά τους από το Βελιγράδι προς την Πόλη, από την πιθανότητα να σταλούν δυνάμεις του Πασβάνογλου στο δρόμο και να τους απελευθερώσουν. Για τον ακριβή γεωγραφικό εντοπισμό-τοποθεσία του αγάλματος του Ρήγα στο Βελιγράδι, καθώς και της οδού Riga od Fere (Ρήγας Φεραίος στα Σέρβικα).
⟶ wikipedia
-